Ο Μητροπολίτης Κορυτσάς κ. Ιωάννης εξελέγη
νέος Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας από την Ιερά Σύνοδο της Ορθόδοξης Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Αλβανίας, διαδεχόμενος τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο κυρό Αναστάσιο από τον οποίο έλαβε και τους τρεις βαθμούς τις ιερωσύνης και πλέον καλείται να συνεχίσει το μεγάλο έργο που ξεκίνησε πριν 34 χρόνια, οπότε και ξεκίνησε η ανασύσταση της μαρτυρικής αυτής Εκκλησίας των Βαλκανίων.
Ημέρα χαρά και ευφροσύνης σήμερα για την Εκκλησία της Αλβανίας, με τις καμπάνες να ηχούν χαρμόσυνα σε όλους τους Ορθόδοξους ναούς στην Αλβανίας αναγγέλλοντας την εκλογή. Μετά το πένθος για την εκδημία του πνευματικού πατέρα της, του Αρχιεπισκόπου κυρού Αναστασίου, στην Εκκλησία της Αλβανίας έρχεται η χαρά για την εκλογής του διαδόχου του, του από Κορυτσάς νέου Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας κ.κ. Ιωάννου.. Ο 69χρονος νέος Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Αλβανίας υπήρξε ο πρώτος Αλβανός Επίσκοπος που χειροτονήθηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο μετά την ανασυγκρότηση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Αλβανίας. Είναι μια προσωπικότητα που προέρχεται εκ των στενών συνεργατών του μακαριστού Αρχιεπισκόπου, και ο αρχαιότερος στην τάξη Ιεράρχης της Εκκλησίας της Αλβανίας. Για 27 χρόνια στην Κορυτσά εργάστηκε με ζήλο για την ανοικοδόμηση της Τοπικής Εκκλησίας που είχε καταστραφεί από τον αθεϊστικό διωγμό.
Υπενθυμίζεται ότι αμέσως μετά την κοίμηση του μακαριστού Αρχιεπισκόπου κυρού Αναστασίου στις 25 Ιανουαρίου 2025, ο κ.κ. Ιωάννης είχε οριστεί από την Ιερά Σύνοδο Τοποτηρητής του Αρχιεπισκοπικού Θρόνου.
Από τον αδυσώπητο διωγμό, στο πλευρό του Αρχιεπισκόπου Αναστασίου
Ο από Κορυτσάς νέος Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ.κ. Ιωάννης, κατά κόσμον Fatmir (Ευτύχιος) Pelushi, γεννήθηκε στα Τίρανα στις 2 Ιανουαρίου 1956. Η οικογένεια του ήταν Μπεκτασή. Στα νεανικά του χρόνια (1979), στην περίοδο των αδυσώπητων θρησκευτικών διωγμών, βαπτίστηκε κρυφά από τον ηρωικό ιερέα π. Κοσμά Κύριο, μετέπειτα Επίσκοπο Απολλωνίας, και εντάχθηκε σε μια ολιγάριθμη κρυφή ομάδα τής τότε υπόγειας εκκλησίας. Σπούδασε Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο των Τιράνων και κατά τα έτη 1979-1990 εργάστηκε στο τμήμα αποκατάστασης ασθενών δι’ εργασιοθεραπείας του Ψυχιατρικού Νοσοκομείου Τιράνων. Ήδη ο πατέρας του από το 1944 είχε χαρακτηρισθεί εχθρός του καθεστώτος, το οποίο κατεδίωκε όλες τις θρησκευτικές κοινότητες και ο ίδιος συχνά κινδύνευσε να συλληφθεί. Το 1990 διέφυγε στην Ιταλία και από εκεί στη Βοστόνη των Η.Π.Α, όπου με υποτροφία της αλβανικής κοινότητας σπούδασε Θεολογία στην Ελληνορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού και έλαβε (1993) τον μεταπτυχιακό τίτλο MTS (Master of Theological Studies) με βαθμολογία “Άριστα” (High Distinction). Το έτος 1992, όταν οι Αλβανοί εγκατέλειπαν τη χώρα μαζικά, επιθυμώντας να συνεισφέρει στην ανασυγκρότηση της Εκκλησίας της Αλβανίας, ανακοίνωσε στον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο την απόφασή του να επιστρέψει, ο οποίος τον ενθάρρυνε με εγκαρδιότητα και τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους τον διόρισε καθηγητή στη Θεολογική Ακαδημία της Ορθοδόξου Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Αλβανίας.