«Αν θέλουμε να μείνουν όλα όπως είναι, τότε πρέπει όλα ν’ αλλάξουν…»
Είναι μία φράση από το εμβληματικό μυθιστόρημα ο «Γατόπαρδος» του Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα (1896-1957) το οποίο εκδόθηκε τρία χρόνια μετά τον θάνατό του . Η φράση αυτή σηματοδοτεί το οριστικό τέλος μιας εποχής και την απαρχή μίας νέας. Υπήρξε προφητική και διαχρονική δεδομένου ότι και έχει έναν κοινωνικό συμβολισμό, ο οποίος σχετίζεται με την έννοια της αλλαγής σε κάθε επίπεδο.
Εκτοτε , η φράση αυτή από καιρού εις καιρόν έχει χρησιμοποιηθεί από πολλούς προκειμένου να καταδειχθεί η επιτακτική και συνεχής ανάγκη προσαρμογής στην αλλαγή , η ανάγκη συμπόρευσης μ αυτήν , ως αναγκαία συνθήκη σε ένα διαρκώς εξελισσόμενο και μεταβαλλόμενο περιβάλλον . Η φράση όμως , εκτός από τον αγώνα της αέναης προσαρμογής στην ευμετάβλητη πραγματικότητα θέλει να υποδηλώσει και την επιφυλακτικότητα και τον φόβο της κοινωνίας μπροστά στο καινούριο καθώς και την οχύρωση σε καθετί παλιό.
Ως εκ τούτου , εύλογα τίθενται τα ερωτήματα: πόσο εύκολα ή δύσκολα δέχεται η κοινωνία την αλλαγή (?) Πόσο εύκολα ή δύσκολα μπορεί να αναπτύξει διαφορετικές συμπεριφορές από αυτές που έχει υιοθετήσει επι μακρόν (?) Μήπως εκ των πραγμάτων σταματά κάποτε να παλεύει μάταια το νέο και ακολουθεί τις εξελίξεις της εποχής (?)
«Τα παράπονά σας στο Δήμαρχο…. »
Είναι μία φράση η οποία απηχεί και αποδίδει εύγλωττα στην ελληνική πραγματικότητα τόσο τον τρόπο επικοινωνίας των πολιτών και τη σχέση τους με την τοπική εξουσία όσο και την αναζήτηση ευθυνών από την εκάστοτε ηγεσία και την υπενθύμιση της υποχρέωσης λογοδοσίας αυτής . Τα κύρια χαρακτηριστικά αυτής της επικοινωνίας είναι κατά πρώτον η προσωπική διεπαφή με τον εκάστοτε παράγοντα εξουσίας προκειμένου να λυθεί το χ-ψ πρόβλημα ή να διευθετηθεί μία προβληματική κατάσταση . Κατά δεύτερο η ικανοποίηση ενός προσωπικού αιτήματος , η οποία εκτρέπεται ενίοτε από τα όρια της καλώς εννοούμενης εκδούλευσης λαμβάνοντας τον χαρακτήρα της κακώς εννοούμενης «ευκολίας» , του «βύσματος» , του «κάνω τα στραβά μάτια » , της « νομιμοφανούς παρατυπίας» , του «παρκάρω όπου θέλω » και «κάνω ότι μου ‘’ γουστάρει’’» κ.ο.κ. κατά τις προσφιλείς εκφράσεις που απηχούν σε μεγάλο βαθμό την πραγματικότητα . Από την άλλη η εκάστοτε τοπική εξουσία οφείλει να λογοδοτεί στους πολίτες για την ακρίβεια στην κοινωνία (των) πολιτών και καλείται να διαχειρίζεται αντικειμενικά τα παράπονά τους και τις καταγγελίες τους και να βρίσκει λύσεις σ αυτά πέρα από κάθε προσωπικό ή ομαδικό συμφέρον.
Ως εκ τούτου εύλογα τίθενται τα ερωτήματα:
Είναι ή δεν είναι πάντα σε θέση να ελέγξει η εξουσία τον εαυτό της (εσωτερικός έλεγχος) εγγυώμενη ότι το αποτέλεσμα θα είναι προϊόν αντικειμενικού ελέγχου δεδομένου ότι συντρέχει σύγχυση της ιδιότητας του ελέγχοντος και του ελεγχόμενου (?)
Είναι ή δεν είναι πάντα σε θέση η κοινωνία (των) πολιτών να δεχθεί το αποτέλεσμα της λογοδοσίας που είναι η νίκη της νομιμότητας και του κράτους δικαίου ενάντια στον παραγοντισμό και τις πελατειακές σχέσεις από τις οποίες επι μακρόν επωφελήθηκε και εξακολουθεί να επωφελείται ως πολιτικός πελάτης τους συστήματος (?)
Είναι ή δεν είναι έτοιμη η κοινωνία (των) πολιτών να διαρρήξει τον ομφάλιο λώρο των πελατειακών σχέσεων δεδομένου ότι σε μία τοπική κοινωνία είναι απόλυτα σύνηθες ακόμα και σήμερα ο εκάστοτε παράγοντας εξουσίας να ικανοποιεί μία ομάδα πολιτών κατά το προσωπικό συμφέρον.
Κάθε πολιτεία φτιάχνεται από τη συμπεριφορά των πολιτών της .Οπωσδήποτε πίσω από κάθε δυσλειτουργική δημόσια υπηρεσία, υπάρχει πάντα κάποιος που δεν κάνει σωστά το καθήκον του. Η αιτία για τη δυσλειτουργία αυτή είναι ενδεχομένως, ένας αδιάφορος υπάλληλος, ένας αριβίστας πολιτικός ή ένα παρασιτικό σύστημα που νικά κατά κράτος ένα πραγματικό υγιές σύστημα. Ωστόσο, μήπως τελικά η κοινωνία (των) πολιτών είναι αρκετά ανεκτική στο χάος και η νομιμότητα ηττάται τελικά από εκείνους που την θέλουν ή την προσδοκούν (?). Μήπως τελικά η κοινωνία (των) πολιτών πρέπει να απαιτήσει ένα νέο μοντέλο διαχείρισης των συλλογικών υποθέσεων που θα λειτουργήσει ως καταλύτης της δημοκρατίας και θα συμβάλλει στην εμβάθυνση και ποιότητά της (?)
Η υπακοή στους νόμους σημαίνει θυσία του «εγώ» προς όφελος του «εμείς» , σημαίνει υπακοή και σεβασμό στους κανόνες . Η πραγματικότητα είναι διαρκώς ,παρούσα και μεταβαλόμενη. Υπάρχει η προσδοκία ή το αίτημα για έναν καλύτερο κόσμο , μία καλύτερη κοινωνία , μία καλύτερη πόλη αλλά για να γίνει αυτό χρειάζεται να αλλάξει και η κοινωνία (των) πολιτών. Είναι άραγε έτοιμος ο καθένας από εμάς να κάνει αυτή τη θυσία αντί του να είναι απλώς κατήγορος μιας παρασιτικής κατάστασης (?).
ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ
Αντί επιλόγου , παρατίθεται η δήλωση του Ρουμελιώτη Στρατηγού Μακρυγιάννη : «Ποίον έθνος δίχως διοίκησιν και νόμους ευδοκίμησεν και δεν εχάθη;» η οποία περιγράφει την αγωνία του για το κράτους δικαίου και τη νομιμότητα , ακρογωνιαίοι λίθοι σήμερα της δημοκρατικής διακυβέρνησης και της χρηστής διοίκησης.
Εν Πτολεμαίδι 18 Δεκεμβρίου του έτους 2017
Καλά Χριστούγεννα και ελπιδοφόρο το νέο έτος
Κ.Ι._